Sunday, April 24, 2011
Το διαβάσαμε στο blog του
6/θ Δημ. Σχολείου Βρυσών Αποκορώνου Χανίων
και το βρήκαμε πολύ ενδιαφέρον
Όσα γράφονται στη σελίδα αυτή, προέρχονται από το "Λεύκωμα", μία εργασία την οποία έφτιαξαν οι δάσκαλοι του Σχολείου γύρω στο 1950. Τα κείμενα τα έχει γράψει ο κ. Κώστας Γωνιωτάκης που υπηρέτησε στο Σχολείο το διάστημα 1950 - 1966.
bullet
Στην εργασία αυτή συμμετείχε και ο χωριανός μας Γεώργιος Ζώης ο οποίος έχει γράψει μάλιστα και τα καλλιγραφικά γράμματα στην ετικέτα του Λευκώματος που φαίνεται πάνω.
Η δημοσίευση της εργασίας αυτής, είναι και μια ελάχιστη αναγνώριση γι αυτούς τους δασκάλους που εργάστηκαν τότε δίνοντας όλη τους την ψυχή στην παιδεία του τόπου μας.
κεφ. 1ον: Πότε και υπό ποίων εκτίσθησαν αι πρώται οικίαι του χωρίου
Προ του 1878 ουδεμία οικία, ουδεμία καλύβη υπήρχε εις τον χώρον εις τον οποίον σήμερον έχει κτισθή το χωρίον Βρυσών. Το 1878 εκτίσθη μία οικία υπό των Μπουζάκη Νικολάου και Κατσανεβάκη Ιωσήφ, οι οποίοι κατήγοντο εκ Σφακίων και κατώκουν εις το Μετόχι Μπουζήδων, εις την οδόν Βαφέ, η οποία οικία ανήκει σήμερον εις τον Θεόφιλον Προγουλάκην. Αύτη εχρησιμοποιείτο τότε ως πανδοχείον (χάνι) προς εξυπηρέτησιν των διερχομένων κατοίκων της Επαρχίας Σφακίων. Το 1912 διήλθεν εκ του χώρου εις τον οποίον έχει κτισθή το χωρίον η αμαξιτή οδός Χανίων - Ρεθύμνης. Έκτοτε ήρχισαν πολλοί να οικοδομούν. Η συγκοινωνία και το νερό είλκυσαν τους ανθρώπους, παρά το υγρόν κλίμα του τόπου.
Η πρώτη οικία του χωρίου εκτίσθη το 1912 παραπλεύρως της πηγής, όπισθεν του Μνημείου της Μεταπολιτευτικής Επιτροπής, υπό του Ντουκάκη Ιωάννου του Νικολάου εξ Εμπροσνέρου, όστις είχεν επιστρέψει τότε εξ Αμερικής. Από το έτος 1912 μέχρι το έτος 1915 ανηγέρθησαν αι εξής κατά σειράν οικίαι υπό ατόμων εκ διαφόρων χωρίων της Επαρχίας Αποκορώνου, τα οποία είχον επιστρέψει τότε εξ Αμερικής.
Οικία Αγγελάκη Μιχαήλ εκ Νίππους
« Κρασαδάκη Γεωργίου εκ Βαφέ
« Ντερμανάκη Νικολάου εκ Φιλίππου
« Πιπεράκη Παύλου εκ Βαφέ
« Σπυριδάκη Γεωργίου εξ Εμποσνέρου
« Σταθουδάκη Ι. Σταύρου εξ «
« Σταθουδάκη Ι. Γεωργίου εξ «
« Κασαπάκη Στυλιανού εκ Βαφέ
« Κορδατζάκη Ιωάννου εξ Εμπροσνέρου.
Συγχρόνως εκτίσθησαν η οικία Αναγνωστάκη Στυλιανού εξ Αλικάμπου και η οικία Πωλογιώργη Ανδρέου εκ Νίππους.
Από το 1915 μέχρι το 1954 ανηγέρθησαν περισσότεραι των 100 οικιών.
Κεφ. 2ον: Πότε το χωρίον απετέλεσεν Κοινότητα.
Το χωρίον των Βρυσών απετέλεσεν Κοινότητα το 1925 κατόπιν ενεργειών του δικηγόρου Λεκανίδη Γ. Ιωσήφ εξ Αλικάμπου, κατοίκου Χανίων. Ούτος απέσπασε τους κατοίκους του χωριού Φιλίππου εκ της κοινότητος Μάζης, και τους κατοίκους του Γετίμ Μετόχι εκ της κοινότητας Βάμου, και ίδρυσεν την Κοινότητα Βρυσών Αποκορώνου.
Εις τας 20 Δεκεμβρίου 1925 εγένοντο κοινοτικαί εκλογαί. Πρώτος πρόεδρος της κοινότητος ανέλαβεν ο Αναγνωστάκης Στυλιανός εξ Αλικάμπου με συμβούλους τους Καραβανάκην Ιωάννην, Αγγελάκην Μιχαήλ, Κρασαδάκην Γεώργιον και Πωλογιώργην Νικόλαον.
Τον Δεκέμβριον του 1930 διεξήχθησαν πάλιν εκλογαί και ανέλαβεν πρόεδρος ο Πωλογιώργης Νικόλαος.
Κατά τον Δεκέμβριον ιδίου έτους γενομένης ψηφοφορίας κοινοτικού συμβουλίου, ενέλαβεν πρόεδρος ο Μπριτζουλάκης Σταύρος όστις παρέμεινεν μέχρι τον Δεκέμβριον του 1931.
Κατά τον μήνα τούτον γενομένης πάλιν ψηφοφορίας κοινοτικού συμβουλίου, ανέλαβεν πρόεδρος ο Ιωάννης Γωνιωτάκης όστις παρέμεινεν μέχρι τον Δεκέμβριον του 1935. Ούτος κατά τον Απρίλιον του 1936 αναλαβών καθήκοντα γραμματέως της κοινότητας, παραμένει μέχρι σήμερον (1954)
Κεφ. 3ον: Εκκλησία του χωριού
Εις το χωρίον Βρυσών δεν υπήρχεν εκκλησία από το 1912 μέχρι το 1922. Ο καθ’ είς εκ των κατοίκων μετέβαινεν εις το χωρίον της καταγωγής του, δια τα θρησκευτικά του καθήκοντα. Οι νεκροί εταφιάζοντο έκαστος εις το χωρίον καταγωγής του.
Το 1920 εθεμελιώθη η σημερινή εκκλησία. Οι κάτοικοι μη δυνάμενοι να την αποπερατώσουν, την άφησαν εις την κατάστασιν αυτήν μέχρι το 1925.
Το 1922 ανήγειραν μικρόν ξύλινον (πρόχειρον) ναόν παραπλεύρως του σημερινού και ελειτουργούντο εις αυτόν οι κάτοικοι μέχρι το 1939.
Το 1925 ήρχησεν η ανέγερσις του θεμελιωθέντος το 1920 και συνεχίσθη μέχρι το 1939. Κατά το έτος τούτο ετελείωσαν μέρος της στέγης, και από τότε ήρχισαν να εκκλησιάζονται εις αυτόν. Η εκκλησία συνεπληρώθη το 1953 και παραμένει μέχρι σήμερον ανεγκαινίαστη.
Από το 1927 μέχρι το 1930 ιερείς ήρχοντο από διάφορα χωριά. Τα πρώτα χρόνια ήρχετο ο Εφραίμ Πρωτοπαπαδάκης εκ Βαφέ και κατόπιν ο Βρουβάκης Αντώνιος εκ Νίππους. Το 1930 ετοποθετήθη ο Δημήτριος Θυμιανός εξ Εμπροσνέρου όστις παραμένει μέχρι σήμερον.
Κεφ. 4ον: Έργα πολιτισμού της κοινότητος
Η κοινότης Βρυσών Αποκορώνου από της ιδρύσεως της μέχρι το 1954 κατόρθωσεν να φέρει εις πέρας δια των εσόδων του προϋπολογισμού της, της προσωπικής εργασίας των κατοίκων της και τη βοήθεια του κράτους τα εξής έργα πολιτισμού:
Δύο Σχολεία
Μιαν Εκκλησία
Δύο πλατείες
Μιαν οδόν προς Εκκλησίαν και Σχολείον
Δύο αφοδευτήρια
Μιαν κοινοτική δεξαμενήν
Ένα υδραγωγείο του συνοικισμού Φιλίππου
Μιαν στέρναν ομβρίων υδάτων εις Άγιον Παύλον
Ένα Νεκροταφείον
Οίκημα Σταθμού Χωροφυλακής
Μνημείον Μεταπολιτευτικής επιτροπής αγώνος 1895-1898
Μίαν γέφυραν Το χωρίον την 27η Μαϊου 1941 εβομβαρθίσθη υπο Γερμανικών αεροπλάνων και υπέστη πολλάς ζημίας.
Την 18-9-1968 την ίδρυσιν και λειτουργίαν Λαϊκής Αγοράς.
Κεφ. 5ον: Φυσικαί καλλοναί
Εις το μέσον του χωρίου πέριξ των πλατειών και εις τας όχθας του ποταμού, ίστανται υπερήφανα πολλά πλατάνια, τα οποία στολίζουν το χωρίον, προξενούν ευχάριστον εντύπωσιν εις κάθε διερχόμενον και δροσίζουν υπό την σκιά των κάθε επισκέπτην. Εις τον χώρον τον οποίον περικλείουν και σκεπάζουν υπάρχει μία πηγή. Η δροσιά την οποίαν αφήνουν τα πανύψηλα πλατάνια, η δροσερή πηγή, ο ποταμός με τους δύο παραποτάμους του και γενικώς το πράσινον, ελκύουν πολλούς εκδρομείς και παραθεριστές κατά το Θέρος.
Η καλλονή την οποίαν παρουσιάζουν τα πλατάνια των δυο πλατειών εις ελάχιστα χωριά της Ελλάδος υπάρχει. Τα πλατάνια τα ευρισκόμενα εις την αριστεράν όχθην του ποταμού δεν εφυτεύθησαν, αλλά ετοποθετήθησαν ως πάσαλοι δι' αντιπλημμυρικά έργα πρό του 1912 και εριζοβόλησαν. Τα φυόμενα πέριξ των πλατειών εφυτεύθησαν υπό των κατοίκων από το 1912 και εντεύθεν.
Κατά το διάστημα της Γερμανικής κατοχής (1941-1945) οι Γερμανοί επεχείρησαν τρεις φορές να τα κόψουν, αλλ' οι κάτοικοι κατόπιν πολλών παρακλήσεων και δώρων κατόρθωσαν να τα σώσουν από την καταστροφήν.
Κεφ 6ον: Σταθμός Χωροφυλακής Βρυσών.
Το πρώτον ιδρύθη το 1916. Εστεγάζετο κατ' αρχάς εις την οικίαν Γεωργίου Αγγελάκη, και κατόπιν εις την οικίαν του Γεωργίου Κρασαδάκη μέχρι το 1923. Από το 1923 μέχρι το 1951 εστεγάζετο εις την οικίαν του Στυλιανού Μιχελακάκη.
Το 1951 ανηγέρθη οίκημα Σταθμού Χωρ/κής έναντι της Εκκλησίας, επί Σταθμάρχου Κωνστ. Παπαμαρκάκη Ανθ/στού, τη βοηθεία του κράτους και δια προσωπικής εργασίας των κατοίκων και χρηματικής ενισχύσεως της Κοινότητας, του οποίου τα εγκαίνια ετελέσθησαν την 30ην Απριλίου 1952 επί παρουσία του τότε Αρχηγού της Χωρ/κής Ελλάδος, Σαμουήλ.
Υποδιοίκησις Χωρ/κής Βρυσών.
Κατά την ημέραν των εγκαινίων του ως άνω Σταθμού οι πρόεδροι των κοινοτήτων των πέριξ χωρίων υπέβαλαν υπόμνημα προς τον Αρχηγόν της Χωρ/κής Σαμουήλ, δια του οποίου ετονίζετο η ανάγκη ιδρύσεως υποδιοικήσεως εν Βρύσαις.Το 1953 ιδρύθη “Υποδιοίκησις Χωρ/κής Βρυσών Αποκορώνου” της οποίας την διοίκησιν ανέλαβεν πρώτος ο τότε ανθ/ρχος Τσουρουνάκης Βασίλειος, τον Δεκέμβριον του 1953. Τον κ. Τσουρουνάκην Β. αντικατέστησεν ο κ. Παπαγρηγοράκης Νικόλαος εκ Σελίνου, το 1956. Κατόπιν ανέλαβαν κατά σειράν Οικονομάκης, Αντωνόπουλος, Σταυρόπουλος Ιωάννης, Δομάζος.
Κεφ 7ον: Τ.Τ.Τ. Γραφείον
Εν Βρύσαις ιδρύθη δια πρώτην φοράν Γραφείον των τριών Τ. το 1926. Δια την ίδρυσιν του ενήργησεν ο Μαυριγιαννάκης Στέφανος εκ Βαφέ, όστις υπήρξεν και πρώτος προϊστάμενος αυτού. Μέχρι σήμερον στεγάζεται εις οικίας ιδιωτών. Παρεχωρήθη οικόπεδον έναντι της Εκκλησίας δια την ανέγερσιν κρατικού οικήματος δια Γραφείον. Έχουν υπηρετήσει μέχρι σήμερον 18 προϊστάμενοι: Μαυριγιαννάκης Στέφανος εκ Βαφέ, Μανατάκης Κων/νος εκ Στύλου, Πάγκαλος Ιωάννης εκ Μυλοποτάμου
Κεφ 8ον: Συγκοινωνία
Εκ του χωρίου Βρυσών διέρχεται η κεντρική οδική αρτηρία της Κρήτης (Χανίων - Ρεθύμνης - Ηρακλείου - Λασιθίου). Επίσης διέρχονται εκ του χωρίου η οδός Βαφέ περατωθείσα το 1930, η οδός Σφακίων περατωθείσα το 1953, η οδός Εμπροσνέρου περατωθείσα το 1938 και η οδός Βρυσών - Νίππους, περατωθείσα το 1967.
Ευρίσκονται υπό χάραξιν αι οδοί Βάμου- Βρυσών, Καλαμιτσίου - Βρυσών, και Μάζης - Φιλίππου - Βρυσών.
Κεφ. 9ον Καταγωγή των σημερινών κατοίκων του χωρίου.
Οι εγκατασταθέντες εν Βρύσαις κάτοικοι κατάγονται εκ των κάτωθι χωρίων και περιοχών.
Εξ Εμπροσνέρου Αι οικογένειαι: 1)Σπυριδάκη 2) Μαριδάκη 3) Μεγαλακάκη 4) Μαυράκη 5) Ζακυνθινάκη 6) Θυμάκη 7) Μαρκάκη 8) Γουναδάκη 9) Τζανούκου 10) Σταθουδάκη 11) Θυμιανού 12) Κορδατζάκη 13) Χαλκιαδάκη 14) Ντουκάκη 15) Σοφούλη 16) Λιλικάκη 17) Μπραουδάκη 18) Κουναλάκη 19) Φραγκιαδάκη 20) Κουτσουπάκη 21) Κουκαδάκη.
Εκ Βαφέ: Αι οικογένειαι 1) Κρασαδάκη 2) Παντερμάκη 3) Κασαπάκη 4) Πιπεράκη 5) Μαρινάκη 6) Καμαριανάκη 7) Καποκάκη 8) Τσαγκαράκη 9) Παϊτάκη 10) Μπριτζουλάκη.
Εκ Νιππους: Αι οικογένειαι 1) Αγγελάκη 2) Κακατσάκη 3) Κουρομιχελάκη 4) Πωλογιώργη 5) Κουριαντάκη 6) Βασιλάκη 7) Καραβανάκη.
Εκ Τζιτζιφέ: Αι οικογένειαι 1) Αποστολάκη 2) Κονταράκη.
Εκ Φρε: Αι οικογένειαι 1) Κουκουμπεδάκη
Εκ Μελιδονίου: Αι οικογένειαι 1) Κελαϊδάκη.
Εκ Νέου-Χωρίου: Αι οικογένειαι 1) Ζαρίφη.
Εκ Μαλάξης: Αι οικογένειαι 1) Γιαουρτάκη.
Εκ Νεροκούρου Κυδωνίας: Αι οικογένειαι 1) Μαθιουδάκη.
Εκ Κόκκινου-Χωρίου: Αι οικογένειαι 1) Ανδρεάκη.
Εκ Ξηροστερνίου: Αι οικογένειαι 1) Δασκαλάκη.
Εκ Καλαμιτσίου Αλεξάνδρου: Αι οικογένειαι 1) Μιχελακάκη 2) Σταυριανουδάκη.
Εκ Κουρνά: Αι οικογένειαι 1) Μαλινδρέτου.
Εκ Φιλιππου: Αι οικογένειαι 1) Ντερμανάκη 2) Γωνιωτάκη 3) Κελάκη 4) Τσινταράκη 5) Πρεδευτάκη 6) Λεουνάκη 7) Δασκαλάκη 8) Μαυριγιαννάκη 9) Ξενάκη 10) Κουρκουτάκη 11) Βαλυράκη 12) Κιλιτζιράκη.
Εκ Φονέ: Αι οικογένειαι 1) Βολικάκη.
Εκ Βατουδιάρη: Αι οικογένειαι 1) Νιολάκη.
Εξ Αλικάμπου: Αι οικογένειαι 1) Αναγνωστάκη 2) Μαγγελάκη 3) Κουρινάκη 4) Φουντουλάκη 5) Αγγελάκη.
Εκ Κύπρου: Αι οικογένειαι 1) Ελληνάκη.
Εκ Σερρών: Αι οικογένειαι 1) Σταυράκη.
Εξ Ιωαννίνων: Αι οικογένειαι 1) Ζώη.
Εκ Γετίμ-Μετόχι: Αι οικογένειαι 1) Οικονομάκη.
Εκ Μετοχίου Μπουζίδων: Αι οικογένειαι 1) Προγουλάκη 2) Κουκιανάκη.
Εκ Χαμπάθων: Αι οικογένειαι 1) Φουφουδάκη 2) Μπουτσαράκη.
Εξ Ασκύφου Σφακίων: Η οικογένεια Ιωάννου Πολέντα.
Κεφ. 10ον : Μάχαι εναντίον των Τούρκων εις την περιοχήν Βρυσών.
Ήτο ακόμη αρχή της επαναστάσεως του 1866. Η μοναδική επιτυχία των ενδόξων Κρητικών επαναστατικών όπλων ήτο η καταστροφή των Τούρκων του Σελίνου εις την Κάνδανον. Ο Ισμαήλ της Αιγύπτου απέστειλε στρατόν πέντε χιλιάδων (5.000) ανδρών με αρχηγόν τον Αιγύπτιον Σαχήν πασάν. Ούτος αποβιβασθείς εις Σούδαν και χωρίς να καθυστερήσει έσπευσε και κατέλαβε την τοποθεσία Βρυσών Αποκορώνου, στρατοπεδεύσας εις την θέσιν «Κεφαλοβρύσι», ύψωμα εβρισκόμενον ΝΑ του σημερινού χωρίου Βρυσών, το οποίον ύψωμα ωχύρωσε διά ξηροτοίχου δύο μέτρων, έχων σκοπόν να καταλάβη την επαρχίαν Σφακίων και να αποκόψει την συγκοινωνίαν μεταξύ Χανίων – Ρεθύμνης.
Μετά ταύτα απέστειλεν άνδρας προς την Επαναστατικήν Επιτροπήν την εδρεύουσαν εις Εμπρόσνερον, προσπαθών να πείσει αυτήν όπως εγκαταλείψει τον αγώνα, υποσχόμενος βελτίωσιν της θέσεως των Χριστιανών δια της ιδρύσεως Τραπέζης, σχολείων, κατασκευής οδών, διά της ελαττώσεως των φόρων, διά της αμερολήπτου απονομής της δικαιοσύνης κλπ. Αλλ’ οι αποτελούντες την Επιτροπήν άνδρες, πεπειραμένοι και γνώσται των τουρκικών πανουργιών, ουδεμίαν έδωσαν προσοχήν εις τας υποσχέσεις ταύτας. Επί ένα μήνα οι επαναστάται παρηκολούθουν επισταμένως πάσαν κίνησιν του εχθρού, χωρίς να κτυπήσουν αυτόν. Όταν όμως περί τα τέλη του μηνός ο τουρκικός στρατός ο στρατοπεδευμένος εις Κάμπους και αποτελούμενος εκ τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ανδρών, επροχώρησεν από τους πρόποδας των Λευκών Ορέων και αφού κατέλαβε τον Εμπρόσνερον, ηνώθη με τον στρατόν του Σαχή, οπότε ούτος έγινε απειλητικότερος. Τότε οι Κρήτες επαναστάται απεφάσισαν να προσβάλουν τους εν Βρύσαις στρατοπεδευμένους Τούρκους.
Οι Αποκορωνιώται είχον αρχηγούς τον Μαθιόν Μυλονογιάννην, τον Κωσταρόν Βολουδάκην, τον Νεράτζην, Σήφακαν, Αναγνωστάκην, Αλικαμπιώτην, τον Μπομπολοβασίλην, τον Γογονήν, Κ. Μαλινόν και άλλους.
Οι δε Σφακιανοί είχον αρχηγούς τον Α. Μανουσογιάννην, Ρουσσοχριστόδουλον, Παύλον Μωράκην, Τσελεπήν, Καβρόν, Καρκαβάτσον, Τσοντολάμπην, Πωλογιώργιδες και άλλους.
Ούτοι περιεκύκλωσαν το τουρκικόν στρατόπεδον και απέκοψαν την μετά της πηγής συγκοινωνίαν αυτού, γεμίσαντες την πηγήν εκ τουρκικών πτωμάτων.
Εις την θέσην «Κουλούρες» προς Καλαμίτσι ευρίσκετο ο Μυλωνογιάννης. Εις θέσιν «Αλώνες» του Καρυδιού, ευρίσκετο ο Κ. Μαλινός. Εις «Ελληνικιά Καμάρα» ο Σήφακας και Γογονής. Προς Μάζαν και Φιλίππον ο Αλικαμπιώτης. Προς «Μπούτακα» ο Κωσταρός Βολουδάκης. Τους άλλους πέριξ λόφους κατείχον οι Αποκορωνιώται και Σφακιανοί, πάντες πολεμούντες ως λέοντες.
Αίφνης και υπό βροχήν τουρκικών σφαιρών ο Τζιτζικάλης, Τσίμπουκας και Κλίνης εγκαταλείπουν τα μετερίζια των, και ορμούν προς τους πυκνούς βάτους οι οποίοι περικυκλώνουν το Τουρκικόν στρατόπεδον και θέτουν πυρ επ’ αυτών. «…...και μαύρα νεφ’ απλώνονται εις των Βρυσών τη ράχη κι ανατριχιάζουν τα κλαδιά και τα νερά κι οι βράχοι, μένουν παράλυτα, νεκρά….»
Κατά την ώραν της πυρκαϊάς ο ήρως Νεράτζης εναγκαλίζεται προεξέχον τουρκικόν τηλεβόλον και αναρριχάται επί των τουρκικών προχωμάτων. Εισορμά εις το τουρκικόν στρατόπεδον σαν αστραπή, ενσπείρει τον τρόμον, φονεύει και φονεύεται μετά του συντρόφου του Καραγιώργη.
Προς τον Βάμον και εις το ύψωμα «Ανυφαντή», 150 Αποκορωνιώται, Σφακιανοί και Κυδωνιάται, με αρχηγούς τον Κλωνάρην Τσεπέτην και Ξηράν, παρεμποδίζουν την διάβασιν 5.000 Τούρκων, ερχομένων εκ Καλυβών, διά να βοηθήσουν τους κυκλωμένους εν Βρύσαις Τουρκοαιγυπτίους. Ο γενναίος Κλωνάρης φονεύει τον αρχηγόν τους Μπάντρην, αρπάζει τα δυο αργυρά του πιστόλια, το ξίφος και τον ημίονόν του, και αφού απέκοψεν τον μύστακα του διαβόητου Τουρκογενίτσαρου, τον απέστειλεν εις την Συνέλευσιν. Ο θάνατος του αρχηγού των τους εμβάλλει εις πανικόν και οπισθοχωρούν, αφού υπέστησαν φθοράν, εις Χανιά. Ο Σαχήν βλέπων τα σχέδιά του ματαιούμενα και την φθοράν του στρατού του, αναγκάζεται εκ της δυσωδίας των πτωμάτων, αφού απώλεσεν το ήμισυ του στρατού του, να ζητήσει από τους επαναστάτας να απέλθη με την συμφωνίαν να μην τον ενοχλήσουν κατά την πορείαν του.
Η Επαναστατική Συνέλευσις εδέχθη την πρότασιν των Τούρκων επειδή είχον εξαντληθεί και τα πυρομαχικά των Ελλήνων. Οι Τούρκοι απήλθον, αφήσαντες τα πλείστα των εφοδίων τους εις τους επαναστάτας και πολλοί από τρόμον άφηνον και τα υποδήματα και τα επανοφόρια των.
Αυτό ήτο το τέλος της ενδόξου εν Βρύσαις πολιορκίας και μάχης, η οποία εδόξασε τα κρητικά όπλα και έδωκε θάρρος και ελπίδα στους Χριστιανούς. Εχρησίμευσεν ως προοίμιον της Γιγαντομαχίας του 1866 και όπως ανάψει τους πρώτους σπινθήρας οι οποίοι μετ’ ολίγον υψώθησαν εις την φλόγαν του ενδόξου Αρκαδίου._
Υπέρ των πεσόντων ηρώων κατά την πολιορκίαν του Αιγυπτιακού στρατού κατά το 1866, ετελέσθη εν Βρύσαις Αποκορώνου μνημόσυνον, υπό του Σκοπευτικού Συλλόγου «Ο Αποκόρωνας» την 22αν Αυγούστου 1910._
6/θ Δημ. Σχολείου Βρυσών Αποκορώνου Χανίων
και το βρήκαμε πολύ ενδιαφέρον
Όσα γράφονται στη σελίδα αυτή, προέρχονται από το "Λεύκωμα", μία εργασία την οποία έφτιαξαν οι δάσκαλοι του Σχολείου γύρω στο 1950. Τα κείμενα τα έχει γράψει ο κ. Κώστας Γωνιωτάκης που υπηρέτησε στο Σχολείο το διάστημα 1950 - 1966.
bullet
Στην εργασία αυτή συμμετείχε και ο χωριανός μας Γεώργιος Ζώης ο οποίος έχει γράψει μάλιστα και τα καλλιγραφικά γράμματα στην ετικέτα του Λευκώματος που φαίνεται πάνω.
Η δημοσίευση της εργασίας αυτής, είναι και μια ελάχιστη αναγνώριση γι αυτούς τους δασκάλους που εργάστηκαν τότε δίνοντας όλη τους την ψυχή στην παιδεία του τόπου μας.
κεφ. 1ον: Πότε και υπό ποίων εκτίσθησαν αι πρώται οικίαι του χωρίου
Προ του 1878 ουδεμία οικία, ουδεμία καλύβη υπήρχε εις τον χώρον εις τον οποίον σήμερον έχει κτισθή το χωρίον Βρυσών. Το 1878 εκτίσθη μία οικία υπό των Μπουζάκη Νικολάου και Κατσανεβάκη Ιωσήφ, οι οποίοι κατήγοντο εκ Σφακίων και κατώκουν εις το Μετόχι Μπουζήδων, εις την οδόν Βαφέ, η οποία οικία ανήκει σήμερον εις τον Θεόφιλον Προγουλάκην. Αύτη εχρησιμοποιείτο τότε ως πανδοχείον (χάνι) προς εξυπηρέτησιν των διερχομένων κατοίκων της Επαρχίας Σφακίων. Το 1912 διήλθεν εκ του χώρου εις τον οποίον έχει κτισθή το χωρίον η αμαξιτή οδός Χανίων - Ρεθύμνης. Έκτοτε ήρχισαν πολλοί να οικοδομούν. Η συγκοινωνία και το νερό είλκυσαν τους ανθρώπους, παρά το υγρόν κλίμα του τόπου.
Η πρώτη οικία του χωρίου εκτίσθη το 1912 παραπλεύρως της πηγής, όπισθεν του Μνημείου της Μεταπολιτευτικής Επιτροπής, υπό του Ντουκάκη Ιωάννου του Νικολάου εξ Εμπροσνέρου, όστις είχεν επιστρέψει τότε εξ Αμερικής. Από το έτος 1912 μέχρι το έτος 1915 ανηγέρθησαν αι εξής κατά σειράν οικίαι υπό ατόμων εκ διαφόρων χωρίων της Επαρχίας Αποκορώνου, τα οποία είχον επιστρέψει τότε εξ Αμερικής.
Οικία Αγγελάκη Μιχαήλ εκ Νίππους
« Κρασαδάκη Γεωργίου εκ Βαφέ
« Ντερμανάκη Νικολάου εκ Φιλίππου
« Πιπεράκη Παύλου εκ Βαφέ
« Σπυριδάκη Γεωργίου εξ Εμποσνέρου
« Σταθουδάκη Ι. Σταύρου εξ «
« Σταθουδάκη Ι. Γεωργίου εξ «
« Κασαπάκη Στυλιανού εκ Βαφέ
« Κορδατζάκη Ιωάννου εξ Εμπροσνέρου.
Συγχρόνως εκτίσθησαν η οικία Αναγνωστάκη Στυλιανού εξ Αλικάμπου και η οικία Πωλογιώργη Ανδρέου εκ Νίππους.
Από το 1915 μέχρι το 1954 ανηγέρθησαν περισσότεραι των 100 οικιών.
Κεφ. 2ον: Πότε το χωρίον απετέλεσεν Κοινότητα.
Το χωρίον των Βρυσών απετέλεσεν Κοινότητα το 1925 κατόπιν ενεργειών του δικηγόρου Λεκανίδη Γ. Ιωσήφ εξ Αλικάμπου, κατοίκου Χανίων. Ούτος απέσπασε τους κατοίκους του χωριού Φιλίππου εκ της κοινότητος Μάζης, και τους κατοίκους του Γετίμ Μετόχι εκ της κοινότητας Βάμου, και ίδρυσεν την Κοινότητα Βρυσών Αποκορώνου.
Εις τας 20 Δεκεμβρίου 1925 εγένοντο κοινοτικαί εκλογαί. Πρώτος πρόεδρος της κοινότητος ανέλαβεν ο Αναγνωστάκης Στυλιανός εξ Αλικάμπου με συμβούλους τους Καραβανάκην Ιωάννην, Αγγελάκην Μιχαήλ, Κρασαδάκην Γεώργιον και Πωλογιώργην Νικόλαον.
Τον Δεκέμβριον του 1930 διεξήχθησαν πάλιν εκλογαί και ανέλαβεν πρόεδρος ο Πωλογιώργης Νικόλαος.
Κατά τον Δεκέμβριον ιδίου έτους γενομένης ψηφοφορίας κοινοτικού συμβουλίου, ενέλαβεν πρόεδρος ο Μπριτζουλάκης Σταύρος όστις παρέμεινεν μέχρι τον Δεκέμβριον του 1931.
Κατά τον μήνα τούτον γενομένης πάλιν ψηφοφορίας κοινοτικού συμβουλίου, ανέλαβεν πρόεδρος ο Ιωάννης Γωνιωτάκης όστις παρέμεινεν μέχρι τον Δεκέμβριον του 1935. Ούτος κατά τον Απρίλιον του 1936 αναλαβών καθήκοντα γραμματέως της κοινότητας, παραμένει μέχρι σήμερον (1954)
Κεφ. 3ον: Εκκλησία του χωριού
Εις το χωρίον Βρυσών δεν υπήρχεν εκκλησία από το 1912 μέχρι το 1922. Ο καθ’ είς εκ των κατοίκων μετέβαινεν εις το χωρίον της καταγωγής του, δια τα θρησκευτικά του καθήκοντα. Οι νεκροί εταφιάζοντο έκαστος εις το χωρίον καταγωγής του.
Το 1920 εθεμελιώθη η σημερινή εκκλησία. Οι κάτοικοι μη δυνάμενοι να την αποπερατώσουν, την άφησαν εις την κατάστασιν αυτήν μέχρι το 1925.
Το 1922 ανήγειραν μικρόν ξύλινον (πρόχειρον) ναόν παραπλεύρως του σημερινού και ελειτουργούντο εις αυτόν οι κάτοικοι μέχρι το 1939.
Το 1925 ήρχησεν η ανέγερσις του θεμελιωθέντος το 1920 και συνεχίσθη μέχρι το 1939. Κατά το έτος τούτο ετελείωσαν μέρος της στέγης, και από τότε ήρχισαν να εκκλησιάζονται εις αυτόν. Η εκκλησία συνεπληρώθη το 1953 και παραμένει μέχρι σήμερον ανεγκαινίαστη.
Από το 1927 μέχρι το 1930 ιερείς ήρχοντο από διάφορα χωριά. Τα πρώτα χρόνια ήρχετο ο Εφραίμ Πρωτοπαπαδάκης εκ Βαφέ και κατόπιν ο Βρουβάκης Αντώνιος εκ Νίππους. Το 1930 ετοποθετήθη ο Δημήτριος Θυμιανός εξ Εμπροσνέρου όστις παραμένει μέχρι σήμερον.
Κεφ. 4ον: Έργα πολιτισμού της κοινότητος
Η κοινότης Βρυσών Αποκορώνου από της ιδρύσεως της μέχρι το 1954 κατόρθωσεν να φέρει εις πέρας δια των εσόδων του προϋπολογισμού της, της προσωπικής εργασίας των κατοίκων της και τη βοήθεια του κράτους τα εξής έργα πολιτισμού:
Δύο Σχολεία
Μιαν Εκκλησία
Δύο πλατείες
Μιαν οδόν προς Εκκλησίαν και Σχολείον
Δύο αφοδευτήρια
Μιαν κοινοτική δεξαμενήν
Ένα υδραγωγείο του συνοικισμού Φιλίππου
Μιαν στέρναν ομβρίων υδάτων εις Άγιον Παύλον
Ένα Νεκροταφείον
Οίκημα Σταθμού Χωροφυλακής
Μνημείον Μεταπολιτευτικής επιτροπής αγώνος 1895-1898
Μίαν γέφυραν Το χωρίον την 27η Μαϊου 1941 εβομβαρθίσθη υπο Γερμανικών αεροπλάνων και υπέστη πολλάς ζημίας.
Την 18-9-1968 την ίδρυσιν και λειτουργίαν Λαϊκής Αγοράς.
Κεφ. 5ον: Φυσικαί καλλοναί
Εις το μέσον του χωρίου πέριξ των πλατειών και εις τας όχθας του ποταμού, ίστανται υπερήφανα πολλά πλατάνια, τα οποία στολίζουν το χωρίον, προξενούν ευχάριστον εντύπωσιν εις κάθε διερχόμενον και δροσίζουν υπό την σκιά των κάθε επισκέπτην. Εις τον χώρον τον οποίον περικλείουν και σκεπάζουν υπάρχει μία πηγή. Η δροσιά την οποίαν αφήνουν τα πανύψηλα πλατάνια, η δροσερή πηγή, ο ποταμός με τους δύο παραποτάμους του και γενικώς το πράσινον, ελκύουν πολλούς εκδρομείς και παραθεριστές κατά το Θέρος.
Η καλλονή την οποίαν παρουσιάζουν τα πλατάνια των δυο πλατειών εις ελάχιστα χωριά της Ελλάδος υπάρχει. Τα πλατάνια τα ευρισκόμενα εις την αριστεράν όχθην του ποταμού δεν εφυτεύθησαν, αλλά ετοποθετήθησαν ως πάσαλοι δι' αντιπλημμυρικά έργα πρό του 1912 και εριζοβόλησαν. Τα φυόμενα πέριξ των πλατειών εφυτεύθησαν υπό των κατοίκων από το 1912 και εντεύθεν.
Κατά το διάστημα της Γερμανικής κατοχής (1941-1945) οι Γερμανοί επεχείρησαν τρεις φορές να τα κόψουν, αλλ' οι κάτοικοι κατόπιν πολλών παρακλήσεων και δώρων κατόρθωσαν να τα σώσουν από την καταστροφήν.
Κεφ 6ον: Σταθμός Χωροφυλακής Βρυσών.
Το πρώτον ιδρύθη το 1916. Εστεγάζετο κατ' αρχάς εις την οικίαν Γεωργίου Αγγελάκη, και κατόπιν εις την οικίαν του Γεωργίου Κρασαδάκη μέχρι το 1923. Από το 1923 μέχρι το 1951 εστεγάζετο εις την οικίαν του Στυλιανού Μιχελακάκη.
Το 1951 ανηγέρθη οίκημα Σταθμού Χωρ/κής έναντι της Εκκλησίας, επί Σταθμάρχου Κωνστ. Παπαμαρκάκη Ανθ/στού, τη βοηθεία του κράτους και δια προσωπικής εργασίας των κατοίκων και χρηματικής ενισχύσεως της Κοινότητας, του οποίου τα εγκαίνια ετελέσθησαν την 30ην Απριλίου 1952 επί παρουσία του τότε Αρχηγού της Χωρ/κής Ελλάδος, Σαμουήλ.
Υποδιοίκησις Χωρ/κής Βρυσών.
Κατά την ημέραν των εγκαινίων του ως άνω Σταθμού οι πρόεδροι των κοινοτήτων των πέριξ χωρίων υπέβαλαν υπόμνημα προς τον Αρχηγόν της Χωρ/κής Σαμουήλ, δια του οποίου ετονίζετο η ανάγκη ιδρύσεως υποδιοικήσεως εν Βρύσαις.Το 1953 ιδρύθη “Υποδιοίκησις Χωρ/κής Βρυσών Αποκορώνου” της οποίας την διοίκησιν ανέλαβεν πρώτος ο τότε ανθ/ρχος Τσουρουνάκης Βασίλειος, τον Δεκέμβριον του 1953. Τον κ. Τσουρουνάκην Β. αντικατέστησεν ο κ. Παπαγρηγοράκης Νικόλαος εκ Σελίνου, το 1956. Κατόπιν ανέλαβαν κατά σειράν Οικονομάκης, Αντωνόπουλος, Σταυρόπουλος Ιωάννης, Δομάζος.
Κεφ 7ον: Τ.Τ.Τ. Γραφείον
Εν Βρύσαις ιδρύθη δια πρώτην φοράν Γραφείον των τριών Τ. το 1926. Δια την ίδρυσιν του ενήργησεν ο Μαυριγιαννάκης Στέφανος εκ Βαφέ, όστις υπήρξεν και πρώτος προϊστάμενος αυτού. Μέχρι σήμερον στεγάζεται εις οικίας ιδιωτών. Παρεχωρήθη οικόπεδον έναντι της Εκκλησίας δια την ανέγερσιν κρατικού οικήματος δια Γραφείον. Έχουν υπηρετήσει μέχρι σήμερον 18 προϊστάμενοι: Μαυριγιαννάκης Στέφανος εκ Βαφέ, Μανατάκης Κων/νος εκ Στύλου, Πάγκαλος Ιωάννης εκ Μυλοποτάμου
Κεφ 8ον: Συγκοινωνία
Εκ του χωρίου Βρυσών διέρχεται η κεντρική οδική αρτηρία της Κρήτης (Χανίων - Ρεθύμνης - Ηρακλείου - Λασιθίου). Επίσης διέρχονται εκ του χωρίου η οδός Βαφέ περατωθείσα το 1930, η οδός Σφακίων περατωθείσα το 1953, η οδός Εμπροσνέρου περατωθείσα το 1938 και η οδός Βρυσών - Νίππους, περατωθείσα το 1967.
Ευρίσκονται υπό χάραξιν αι οδοί Βάμου- Βρυσών, Καλαμιτσίου - Βρυσών, και Μάζης - Φιλίππου - Βρυσών.
Κεφ. 9ον Καταγωγή των σημερινών κατοίκων του χωρίου.
Οι εγκατασταθέντες εν Βρύσαις κάτοικοι κατάγονται εκ των κάτωθι χωρίων και περιοχών.
Εξ Εμπροσνέρου Αι οικογένειαι: 1)Σπυριδάκη 2) Μαριδάκη 3) Μεγαλακάκη 4) Μαυράκη 5) Ζακυνθινάκη 6) Θυμάκη 7) Μαρκάκη 8) Γουναδάκη 9) Τζανούκου 10) Σταθουδάκη 11) Θυμιανού 12) Κορδατζάκη 13) Χαλκιαδάκη 14) Ντουκάκη 15) Σοφούλη 16) Λιλικάκη 17) Μπραουδάκη 18) Κουναλάκη 19) Φραγκιαδάκη 20) Κουτσουπάκη 21) Κουκαδάκη.
Εκ Βαφέ: Αι οικογένειαι 1) Κρασαδάκη 2) Παντερμάκη 3) Κασαπάκη 4) Πιπεράκη 5) Μαρινάκη 6) Καμαριανάκη 7) Καποκάκη 8) Τσαγκαράκη 9) Παϊτάκη 10) Μπριτζουλάκη.
Εκ Νιππους: Αι οικογένειαι 1) Αγγελάκη 2) Κακατσάκη 3) Κουρομιχελάκη 4) Πωλογιώργη 5) Κουριαντάκη 6) Βασιλάκη 7) Καραβανάκη.
Εκ Τζιτζιφέ: Αι οικογένειαι 1) Αποστολάκη 2) Κονταράκη.
Εκ Φρε: Αι οικογένειαι 1) Κουκουμπεδάκη
Εκ Μελιδονίου: Αι οικογένειαι 1) Κελαϊδάκη.
Εκ Νέου-Χωρίου: Αι οικογένειαι 1) Ζαρίφη.
Εκ Μαλάξης: Αι οικογένειαι 1) Γιαουρτάκη.
Εκ Νεροκούρου Κυδωνίας: Αι οικογένειαι 1) Μαθιουδάκη.
Εκ Κόκκινου-Χωρίου: Αι οικογένειαι 1) Ανδρεάκη.
Εκ Ξηροστερνίου: Αι οικογένειαι 1) Δασκαλάκη.
Εκ Καλαμιτσίου Αλεξάνδρου: Αι οικογένειαι 1) Μιχελακάκη 2) Σταυριανουδάκη.
Εκ Κουρνά: Αι οικογένειαι 1) Μαλινδρέτου.
Εκ Φιλιππου: Αι οικογένειαι 1) Ντερμανάκη 2) Γωνιωτάκη 3) Κελάκη 4) Τσινταράκη 5) Πρεδευτάκη 6) Λεουνάκη 7) Δασκαλάκη 8) Μαυριγιαννάκη 9) Ξενάκη 10) Κουρκουτάκη 11) Βαλυράκη 12) Κιλιτζιράκη.
Εκ Φονέ: Αι οικογένειαι 1) Βολικάκη.
Εκ Βατουδιάρη: Αι οικογένειαι 1) Νιολάκη.
Εξ Αλικάμπου: Αι οικογένειαι 1) Αναγνωστάκη 2) Μαγγελάκη 3) Κουρινάκη 4) Φουντουλάκη 5) Αγγελάκη.
Εκ Κύπρου: Αι οικογένειαι 1) Ελληνάκη.
Εκ Σερρών: Αι οικογένειαι 1) Σταυράκη.
Εξ Ιωαννίνων: Αι οικογένειαι 1) Ζώη.
Εκ Γετίμ-Μετόχι: Αι οικογένειαι 1) Οικονομάκη.
Εκ Μετοχίου Μπουζίδων: Αι οικογένειαι 1) Προγουλάκη 2) Κουκιανάκη.
Εκ Χαμπάθων: Αι οικογένειαι 1) Φουφουδάκη 2) Μπουτσαράκη.
Εξ Ασκύφου Σφακίων: Η οικογένεια Ιωάννου Πολέντα.
Κεφ. 10ον : Μάχαι εναντίον των Τούρκων εις την περιοχήν Βρυσών.
Ήτο ακόμη αρχή της επαναστάσεως του 1866. Η μοναδική επιτυχία των ενδόξων Κρητικών επαναστατικών όπλων ήτο η καταστροφή των Τούρκων του Σελίνου εις την Κάνδανον. Ο Ισμαήλ της Αιγύπτου απέστειλε στρατόν πέντε χιλιάδων (5.000) ανδρών με αρχηγόν τον Αιγύπτιον Σαχήν πασάν. Ούτος αποβιβασθείς εις Σούδαν και χωρίς να καθυστερήσει έσπευσε και κατέλαβε την τοποθεσία Βρυσών Αποκορώνου, στρατοπεδεύσας εις την θέσιν «Κεφαλοβρύσι», ύψωμα εβρισκόμενον ΝΑ του σημερινού χωρίου Βρυσών, το οποίον ύψωμα ωχύρωσε διά ξηροτοίχου δύο μέτρων, έχων σκοπόν να καταλάβη την επαρχίαν Σφακίων και να αποκόψει την συγκοινωνίαν μεταξύ Χανίων – Ρεθύμνης.
Μετά ταύτα απέστειλεν άνδρας προς την Επαναστατικήν Επιτροπήν την εδρεύουσαν εις Εμπρόσνερον, προσπαθών να πείσει αυτήν όπως εγκαταλείψει τον αγώνα, υποσχόμενος βελτίωσιν της θέσεως των Χριστιανών δια της ιδρύσεως Τραπέζης, σχολείων, κατασκευής οδών, διά της ελαττώσεως των φόρων, διά της αμερολήπτου απονομής της δικαιοσύνης κλπ. Αλλ’ οι αποτελούντες την Επιτροπήν άνδρες, πεπειραμένοι και γνώσται των τουρκικών πανουργιών, ουδεμίαν έδωσαν προσοχήν εις τας υποσχέσεις ταύτας. Επί ένα μήνα οι επαναστάται παρηκολούθουν επισταμένως πάσαν κίνησιν του εχθρού, χωρίς να κτυπήσουν αυτόν. Όταν όμως περί τα τέλη του μηνός ο τουρκικός στρατός ο στρατοπεδευμένος εις Κάμπους και αποτελούμενος εκ τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ανδρών, επροχώρησεν από τους πρόποδας των Λευκών Ορέων και αφού κατέλαβε τον Εμπρόσνερον, ηνώθη με τον στρατόν του Σαχή, οπότε ούτος έγινε απειλητικότερος. Τότε οι Κρήτες επαναστάται απεφάσισαν να προσβάλουν τους εν Βρύσαις στρατοπεδευμένους Τούρκους.
Οι Αποκορωνιώται είχον αρχηγούς τον Μαθιόν Μυλονογιάννην, τον Κωσταρόν Βολουδάκην, τον Νεράτζην, Σήφακαν, Αναγνωστάκην, Αλικαμπιώτην, τον Μπομπολοβασίλην, τον Γογονήν, Κ. Μαλινόν και άλλους.
Οι δε Σφακιανοί είχον αρχηγούς τον Α. Μανουσογιάννην, Ρουσσοχριστόδουλον, Παύλον Μωράκην, Τσελεπήν, Καβρόν, Καρκαβάτσον, Τσοντολάμπην, Πωλογιώργιδες και άλλους.
Ούτοι περιεκύκλωσαν το τουρκικόν στρατόπεδον και απέκοψαν την μετά της πηγής συγκοινωνίαν αυτού, γεμίσαντες την πηγήν εκ τουρκικών πτωμάτων.
Εις την θέσην «Κουλούρες» προς Καλαμίτσι ευρίσκετο ο Μυλωνογιάννης. Εις θέσιν «Αλώνες» του Καρυδιού, ευρίσκετο ο Κ. Μαλινός. Εις «Ελληνικιά Καμάρα» ο Σήφακας και Γογονής. Προς Μάζαν και Φιλίππον ο Αλικαμπιώτης. Προς «Μπούτακα» ο Κωσταρός Βολουδάκης. Τους άλλους πέριξ λόφους κατείχον οι Αποκορωνιώται και Σφακιανοί, πάντες πολεμούντες ως λέοντες.
Αίφνης και υπό βροχήν τουρκικών σφαιρών ο Τζιτζικάλης, Τσίμπουκας και Κλίνης εγκαταλείπουν τα μετερίζια των, και ορμούν προς τους πυκνούς βάτους οι οποίοι περικυκλώνουν το Τουρκικόν στρατόπεδον και θέτουν πυρ επ’ αυτών. «…...και μαύρα νεφ’ απλώνονται εις των Βρυσών τη ράχη κι ανατριχιάζουν τα κλαδιά και τα νερά κι οι βράχοι, μένουν παράλυτα, νεκρά….»
Κατά την ώραν της πυρκαϊάς ο ήρως Νεράτζης εναγκαλίζεται προεξέχον τουρκικόν τηλεβόλον και αναρριχάται επί των τουρκικών προχωμάτων. Εισορμά εις το τουρκικόν στρατόπεδον σαν αστραπή, ενσπείρει τον τρόμον, φονεύει και φονεύεται μετά του συντρόφου του Καραγιώργη.
Προς τον Βάμον και εις το ύψωμα «Ανυφαντή», 150 Αποκορωνιώται, Σφακιανοί και Κυδωνιάται, με αρχηγούς τον Κλωνάρην Τσεπέτην και Ξηράν, παρεμποδίζουν την διάβασιν 5.000 Τούρκων, ερχομένων εκ Καλυβών, διά να βοηθήσουν τους κυκλωμένους εν Βρύσαις Τουρκοαιγυπτίους. Ο γενναίος Κλωνάρης φονεύει τον αρχηγόν τους Μπάντρην, αρπάζει τα δυο αργυρά του πιστόλια, το ξίφος και τον ημίονόν του, και αφού απέκοψεν τον μύστακα του διαβόητου Τουρκογενίτσαρου, τον απέστειλεν εις την Συνέλευσιν. Ο θάνατος του αρχηγού των τους εμβάλλει εις πανικόν και οπισθοχωρούν, αφού υπέστησαν φθοράν, εις Χανιά. Ο Σαχήν βλέπων τα σχέδιά του ματαιούμενα και την φθοράν του στρατού του, αναγκάζεται εκ της δυσωδίας των πτωμάτων, αφού απώλεσεν το ήμισυ του στρατού του, να ζητήσει από τους επαναστάτας να απέλθη με την συμφωνίαν να μην τον ενοχλήσουν κατά την πορείαν του.
Η Επαναστατική Συνέλευσις εδέχθη την πρότασιν των Τούρκων επειδή είχον εξαντληθεί και τα πυρομαχικά των Ελλήνων. Οι Τούρκοι απήλθον, αφήσαντες τα πλείστα των εφοδίων τους εις τους επαναστάτας και πολλοί από τρόμον άφηνον και τα υποδήματα και τα επανοφόρια των.
Αυτό ήτο το τέλος της ενδόξου εν Βρύσαις πολιορκίας και μάχης, η οποία εδόξασε τα κρητικά όπλα και έδωκε θάρρος και ελπίδα στους Χριστιανούς. Εχρησίμευσεν ως προοίμιον της Γιγαντομαχίας του 1866 και όπως ανάψει τους πρώτους σπινθήρας οι οποίοι μετ’ ολίγον υψώθησαν εις την φλόγαν του ενδόξου Αρκαδίου._
Υπέρ των πεσόντων ηρώων κατά την πολιορκίαν του Αιγυπτιακού στρατού κατά το 1866, ετελέσθη εν Βρύσαις Αποκορώνου μνημόσυνον, υπό του Σκοπευτικού Συλλόγου «Ο Αποκόρωνας» την 22αν Αυγούστου 1910._
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment